Οι Διαβιβάσεις στον Πόλεμο του ’40 μέσα από τη συλλογή του Μουσείου Τηλεπικοινωνιών
Γράφεται συχνά ότι κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940, οι διαβιβάσεις αποτέλεσαν κρίσιμο παράγοντα για την οργάνωση και την αποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων. Ωστόσο, μεγάλο μέρος των πολεμικών συρράξεων στα βουνά της Πίνδου έγινε με μέσα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως οπτικούς και ηλεκτρικούς τηλέγραφους. Αν και οι τηλεφωνικές γραμμές παρείχαν ταχεία επικοινωνία μεταξύ διοικητικών κέντρων και προωθημένων μονάδων, συχνά διακόπτονταν λόγω των σφοδρών βομβαρδισμών ή των κακών καιρικών συνθηκών. Οι ασύρματοι ήταν ελάχιστοι και οι ελλείψεις στις διαβιβάσεις μεγάλες.
Η αρχαϊκότητα των τηλεπικοινωνιακών μέσων φανερώνεται στη χρήση των ιπτάμενων αγγελιοφόρων, δηλαδή των περιστεριών. Ο Ελληνικός Στρατός είχε προμηθευτεί το 1926 ειδικά ζεύγη περιστεριών από τη Γαλλία ενώ τον επόμενο χρόνο οργανώθηκαν μόνιμοι περιστερώνες στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια του Πολέμου όλες οι προσπάθειες επικοινωνίας των μονάδων με περιστερογραφήματα (το μήνυμα που έφερε το περιστέρι στο πόδι του) ήταν αποτυχημένες. Τελικά, σύμφωνα με μαρτυρία Έφεδρου Ανθυπολοχαγού του Μηχανικού τα περιστέρια χρησίμευσαν μόνο ως έδεσμα των στρατιωτών. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη διάρκεια του πολέμου χρησιμοποιήθηκαν ακόμη και πρωτόγονα μέσα όπως η χρήση φωτιάς.
Στα οχυρά χρησιμοποιήθηκαν κοινά, πολιτικά τηλέφωνα της ΑΕΤΕ τύπου Lorenz. Βέβαια σε ελληνική ταινία επικαίρων του 1939 εμφανίζεται σε κάποιο ελληνικό οχυρό το επιτοίχιο μαγνητικό τηλέφωνο τύπου Festungsfernsprecher 38 κατασκευής Siemens & Halske. Η εμφάνιση αυτού του τηλέφωνου τεχνολογίας αιχμής ανταποκρινόταν περισσότερο σε προπαγανδιστικούς λόγους παρά στην πραγματική εικόνα των διαβιβάσεων του Ελληνικού Στρατού.
Όσον αφορά στα κρυπτογραφικά συστήματα που χρησιμοποιούνταν για την αποτροπή αποκάλυψης σχεδίων δεν ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένα. Ο Βρετανός πρέσβης στην Αθήνα ενημέρωνε κατά καιρούς το Υπουργείο Εξωτερικών ότι οι Ιταλοί και Γερμανοί είχαν καταφέρει να αποκρυπτογραφήσουν τα ελληνικά τηλεγραφήματα.
Παρόλες τις ασύμμετρες συνθήκες εκδίπλωσης των διάφορων τρόπων επικοινωνίας στο μέτωπο, η εμπειρία του 1940 ανέδειξε τον καθοριστικό ρόλο των τηλεπικοινωνιακών μέσων στον σύγχρονο πόλεμο, ενισχύοντας την ανάγκη για ασφαλείς, ευέλικτες και γρήγορες γραμμές επικοινωνίας. Μετά τον πόλεμο, η Ελλάδα αλλά και οι Μεγάλες Δυνάμεις έδωσαν μεγαλύτερη βαρύτητα στην ανάπτυξη δικτύων ασυρμάτου και στην επιστήμη της κρυπτογράφησης.
Φωτογραφίες από αριστερά:
- Διαβιβαστής του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
- Γαλβανόμετρο, κατασκευασμένο ειδικά για χρήση από στρατιωτικές υπηρεσίες. Η χρήση γαλβανόμετρων ήταν απαραίτητη ειδικά για τις υποβρύχιες τηλεγραφικές ενσύρματες επικοινωνίες, όπου το σήμα ταξίδευε πολλά μίλια χωρίς ενδιάμεσους ενισχυτές και έφθανε ασθενές στον παραλήπτη. Είναι της εποχής των Βαλκανικών Πολέμων αλλά χρησιμοποιήθηκε και το 1940.
- Φορητό στρατιωτικό τηλέφωνο Siemens σε δερμάτινη θήκη.
- Επιτοίχιο μαγνητικό τηλέφωνο τύπου Festungsfernsprecher 38 κατασκευής Siemens & Halske που χρησιμοποιούνταν στα οχυρά. Η χρήση του από τον Ελληνικό Στρατό είναι αμφίβολη. Οι Γερμανοί, κατά την Κατοχή, εγκατέστησαν τέτοιες συσκευές σε οχυρά, παράκτια πυροβολεία και θέσεις διοίκησης.
- Γερμανική συσκευή αποκρυπτογράφησης και υποκλοπής ραδιοσήματος. Προοριζόταν για στρατιωτική χρήση και για υποκλοπή των ραδιοεπικοινωνιών του εχθρού. Διακρίνεται η σήμανση: Feind hört“ = «Ο εχθρός ακούει»· χαρακτηριστική προειδοποίηση που τυπωνόταν σε υλικά διαβιβάσεων για να υπενθυμίζει στους στρατιώτες να είναι προσεκτικοί στις συνομιλίες.
- Η EE-8 ήταν φορητή στρατιωτική τηλεφωνική συσκευή (field telephone) που χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα από τον Αμερικανικό στρατό στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η EE-8 εμφανίζεται συχνότερα στον Εμφύλιο πόλεμο (1946–49), όταν ο Ελληνικός Στρατός εξοπλίστηκε με αμερικανικό υλικό μέσω του Σχεδίου Μάρσαλ. Δεν υπήρξε μέσο του ελληνοϊταλικού πολέμου 1940–41· τότε χρησιμοποιούνταν κυρίως γαλλικά, βρετανικά και γερμανικά τηλέφωνα πεδίου που είχαν εισαχθεί από προηγούμενες δεκαετίες.