Τηλεφωνικοί θάλαμοι: Μια κρυφή ιστορία σε ανοιχτή θέα
Η εποχή της κοινόχρηστης τηλεφωνίας, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του Αθηναϊκού Τύπου, έφθασε στο τέλος της τον Αύγουστο του 2025 με την απόφαση του Δήμου Αθηναίων για σταδιακή απόσυρση των ανενεργών καρτοτηλεφώνων από τους δημόσιους χώρους της πόλης. Παρότι η υποχρέωση για την ύπαρξη δημόσιων τηλεφώνων είχε σταματήσει να είναι υποχρεωτική από το 2021, η χρήση τους, εξαιτίας της κινητής τηλεφωνίας, ήταν τόσο περιθωριακή που για το ευρύ κοινό είχαν καταστεί σχεδόν αόρατα. Τα καρτοτηλέφωνα εμφανίζονταν ενίοτε στην επικαιρότητα είτε ως ενοχλητικά κατάλοιπα του παρελθόντος, εστίες ρύπανσης και βανδαλισμών είτε ως νοσταλγικά αντικείμενα που κουβαλούν μνήμες μιας ρομαντικής, αθώας εποχής όταν δεν υπήρχε η δυνατότητα της συνεχούς συνδεσιμότητας και δικτύωσης. Προτού, όμως, εκληφθούν ως αστικό πρόβλημα ή εκθέματα γοητευτικής παρακμής, οι τηλεφωνικοί θάλαμοι για δεκαετίες υπηρέτησαν την ανάγκη των πολιτών για κοινόχρηστη τηλεφωνία, ειδικά σε μία εποχή όπου η πρόσβαση στο τηλέφωνο ήταν περιορισμένη για τεχνολογικούς ή οικονομικούς λόγους.

Σύμβολο κοσμογονικών αλλαγών
Οι πρώτοι τηλεφωνικοί θάλαμοι εμφανίστηκαν στους δρόμους της Αθήνας το 1933. Εγκαταστάθηκαν από την ΑΕΤΕ σε 51 κεντρικά σημεία της Αθήνας και του Πειραιά και σε 13 σε ολόκληρη την υπόλοιπη Ελλάδα. Με τόσους λίγους θαλάμους ήταν φυσικό να σχηματίζονται ουρές έξω από αυτούς. Οι πήγες μας, γελοιογραφίες, ευθυμογραφήματα, άρθρα, περιγράφουν τον συνωστισμό που επικρατούσε έξω από τους τηλεφωνικούς θαλάμους και τα ευτράπελα που δημιουργούνταν. Τσακωμοί, κουτσομπολιά, φιλίες, φλερτ, ακόμη και ερωτικές συνευρέσεις μεταμόρφωναν τους θαλάμους σε εστίες κοινωνικότητας δημιουργώντας το εξής παράδοξο: οι ιδιωτικές τηλεφωνικές συνομιλίες να μετατρέπονται σε δημόσια θεάματα. Γι' αυτό ακριβώς οι τηλεφωνικοί θάλαμοι θεωρήθηκαν σύμβολα του μοντερνισμού:
«Γιατί, αλήθεια, το πραγματικό σύμβολο της κοσμογονίας αυτής που επήλθε στην Αθήνα δεν είναι οι θεόρατοι ουρανοξύστες, δεν είναι τα συγκοινωνιακά μεγαθήρια, δεν είναι τα πολύχρωμα φώτα (…). Σύμβολα της αλλαγής αυτής είναι τα στενόμακρα εκείνα κουτιά που συναντάμε κάθε τόσο μπροστά μας, στις πολυσύχναστες γωνίες, στις πλατείες, μπροστά στα δημόσια κτίρια, οι κομψές εκείνες κατασκευές, μπροστά στις οποίες υπομονετικά περιμένει μια ουρά ανθρώπων, οι υπαίθριοι τηλεφωνικοί θάλαμοι». (Περιοδικό «ΑΘΗΝΑΙ», 1935)
Το γεγονός ότι τα τηλεφωνά δεν δέχονταν νομίσματα, αλλά ειδικά κέρματα που προμηθευόταν το κοινό από τα περιπτερά, ενίσχυε την αυτονομία των τηλεφωνικών θαλάμων και την αίσθηση ότι αποτελούσαν αστικές νησίδες επικοινωνίας σε μια κοινωνία τηλεπικοινωνιακά υπανάπτυκτη, όπως η μεταπολεμική όπου αντιστοιχούσε λιγότερο από 1 τηλέφωνο σε 100 κάτοικους.

«Με δραχμήν αντί κέρματος»
Το 1970 οι κερματοδέκτες αντικαταστάθηκαν από τους νομισματοδέκτες. Ο εκσυγχρονισμός της κοινόχρηστης τηλεφωνίας επεκτάθηκε και στους θαλάμους. Στη θέση των «κομψών κατασκευών» του Μεσοπολέμου, αισθητικής Bauhaus, από ξύλο ή σίδερο, εμφανίστηκαν λιτοί θάλαμοι από γυαλί και αλουμίνιο και ημιανοιχτοί θάλαμοι «Mini Box» κατασκευασμένοι από πλαστικό. Η αλλαγή αντικατοπτρίζει τον πιο γρήγορο και αγχώδη τρόπο ζωής στη σύγχρονη μεγαλούπολη, την ανάγκη για σύντομη και διεκπεραιωτική συνομιλία. Οι θάλαμοι από αλουμίνιο κατά τη δεκαετία του 1980 έπεφταν πολύ συχνά θύματα βανδαλισμών με αποτέλεσμα το κοινό να μην μπορεί να εξυπηρετηθεί. Παραδείγματος χάρη, το έτος 1983 υπήρξαν 2.000 αδικαιολόγητες βλάβες στους 840 τηλεφωνικούς θαλάμους που διέθετε ο ΟΤΕ στην Αθήνα και τον Πειραιά. Την ανάγκη για κοινόχρηστη τηλεφωνία κάλυπτε κυρίως το «κόκκινο τηλέφωνο» ή «Tamura» που βρισκόταν σχεδόν παντού στον δημόσιο χώρο, σε περίπτερα, καφενεία, ψιλικατζίδικα, μπακάλικα, χώρους διασκέδασης κλπ. Η χρυσή εποχή, όμως, της κοινόχρηστης τηλεφωνίας ήρθε την επόμενη δεκαετία του 1990 με την εγκατάσταση των καρτοτηλεφώνων.

Η άνοδος και η πτώση των καρτοτηλεφώνων
Τα πρώτα καρτοτηλέφωνα εμφανίστηκαν στην Ιταλία το 1976 και λειτουργούσαν με χάρτινες κάρτες με μαγνητική ταινία. Στη συνέχεια επεκτάθηκαν στη Γαλλία (1979) και την Ιαπωνία (1982) χρησιμοποιώντας πλαστικές κάρτες με τσιπ. Στην Ελλάδα ήρθαν τον Σεπτέμβριο του 1992, στην Έκθεση ΔΕΘ, και γνώρισαν απρόσμενη επιτυχία. Σε μόλις 16 μήνες από την εγκατάσταση των πρώτων καρτοτηλεφώνων είχαν πουληθεί 18 εκατομμύρια τηλεκάρτες. «Ο ΟΤΕ πλουτίζει από τα καρτοτηλέφωνα» έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής. Το 1994 είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα 12.000 καρτοτηλέφωνα. Μέσα σε μία δεκαετία αυτά αυξήθηκαν σε 64.000, ενώ το έτος 2002 πουλήθηκαν 80 εκατομμύρια τηλεκάρτες. Ήταν ένας θρίαμβος της κοινόχρηστης τηλεφωνίας που έδειχνε την μεγάλη ανάγκη του κοινού για τηλεφωνική επικοινωνία. Επρόκειτο, όμως, για την αρχή του τέλους. Με την εξάπλωση της κινητής τηλεφωνίας από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, οι τηλεφωνικοί θάλαμοι άρχισαν σταδιακά να χάνουν τη σημασία τους. Από το 2000 κι έπειτα τα κέρδη του ΟΤΕ από την πώληση των τηλεκαρτών συνεχώς μειώνονταν αν και σε έρευνα του 2002 το 41,3% των ερωτηθέντων δήλωνε ότι χρησιμοποιούσε τηλεκάρτες μία ως δύο φορές την εβδομάδα. Ήταν, όμως, η τελευταία αναλαμπή. Καθώς, η διείσδυση του κινητού στην Ελλάδα έφθασε στο 120% του πληθυσμού το 2008, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη, τα καρτοτηλέφωνα έπεσαν πολύ γρήγορα σε αχρηστία.
Σήμερα, αν και δεν αποτελούν πλέον βασικό μέσο επικοινωνίας, οι τηλεφωνικοί θάλαμοι παραμένουν ζωντανό κομμάτι της συλλογικής μνήμης και της πολιτιστικής κληρονομιάς. Συμβολίζουν μια εποχή όπου η επικοινωνία απαιτούσε αναμονή, κέρματα, λίγη ιδιωτικότητα και πολλή εξωστρέφεια μέσα σε ένα μικρό κουτί στο κέντρο της πόλης.

Φωτογραφίες:
- Τηλεφωνικός θάλαμος, δεκαετία 1970.
- Δημόσιοι τηλεφωνικοί θάλαμοι του ΟΤΕ στην πλατεία Ομονοίας, 1986. Φωτ. Αφοί Φλώρου-Νικόλαος Λεων. Φλώρος.
- Τηλεφωνικός θάλαμος της ΑΕΤΕ, δεκαετία 1930.
- Δημόσιες τηλεφωνικές καμπίνες στη Θεσσαλονίκη, 1978. Φωτ. Ντίμης Αργυρόπουλος.
- Διαφημιστική αφίσα του ΟΤΕ για την εισαγωγή της τηλεκάρτας στις τηλεπικοινωνίες, 1992.